Δεν φταίει μόνο η φτώχεια. Φταίει κυρίως η έλλειψη οράματος και η προχειρότητα!
Άρθρο της Εύας Αθανασοπούλου, Γραμματέως «σπιράλ»
Με την έναρξη της θερινής πολιτιστικής περιόδου ξεκίνησε στην πόλη μας μια ανοιχτή δημόσια συζήτηση τόσο για το Καλοκαιρινό Πολιτιστικό Πρόγραμμα όσο και για τις υποδομές που θα το φιλοξενήσουν: στις αρχές Ιουνίου με το (Διεθνές;) Συμπόσιο της Γλυπτικής, το υψηλό κόστος και την αμφίβολη προστιθέμενη αξία του και αργότερα (τέλη Ιουλίου) για το θερινό θέατρο στο Παμπελοννησιακό Στάδιο και τον εξοπλισμό με καρέκλες από βακελίτη (ελιτίστικο ή εστέτ χαρακτηρισμό του αγαπητού Ανδρέα Μάζη, εκπροσώπου της Λαϊκής Συσπείρωσης στο Δ.Σ. του Πολιτιστικού Οργανισμού του Δήμου Πατρέων, σε άρθρο του, αντί της κοινής λέξης «πλαστικό»).
Αυτονόητο ότι η δημόσια συζήτηση έπρεπε να είχε προηγηθεί. Εμάς στο σπιράλ δεν μας αιφνιδιάζει όμως. Τακτική της δημοτικής αρχής είναι να έχει τον απόλυτο έλεγχο των αποφάσεων και των κινήσεων, να φέρνει προ τετελεσμένων την πόλη και τους δημότες και να προκαλεί αισθήματα υποτίμησης και διχόνοιας (π.χ. με αόριστους χαρακτηρισμούς «αστοί, μικροαστοί», προς πάσα κατεύθυνση, του Αντιδημάρχου Τάκη Πετρόπουλου) προς τους διαφωνούντες με τις πολιτικές και τις διαχειριστικές της επιλογές. Ως μέλος του Δ.Σ. του Πολιτιστικού Οργανισμού του Δήμου Πατρέων δυστυχώς πληροφορήθηκα πρώτα από τις εφημερίδες και όχι σε συνεδρίασή του, για την χωροθέτηση του θερινού θεάτρου στο Παμπελοποννησιακό.
«Μόλις το Μάιο του 2022 ενημερωθήκαμε για τη μη διάθεση του Ρωμαϊκού Ωδείου» ανέφερε η Πρόεδρος Κατερίνα Γεροπαναγιώτη, ισχυρισμό που και η ίδια γνωρίζει ότι δεν μπορεί να στοιχειοθετήσει. Εναλλακτικές χωροθετήσεις ποτέ δεν αναφέρθηκαν, εμείς πάντως ως παράταξη είχαμε να προτείνουμε αρκετές (π.χ. τον χώρο του Κάστρου, το θέατρο της Κρήνης κ.α.). Στο πάρα πέντε, λοιπόν, ασθμαίνοντας πίσω από τις ημερομηνίες. Ευκαιριακός, πρόχειρος σχεδιασμός από τον οποίο χαμένη βγαίνει η πόλη.
Προσωπικά τον συγκεκριμένο χώρο τον θεωρώ ακατάλληλο για ποιοτικές θεατρικές παραστάσεις. Ακόμη και με μη πλαστικά καθίσματα. Η θέση, η αρχιτεκτονική και το ανάπτυγμα τού Παμπελοποννησιακού Σταδίου επισκιάζουν τα πάντα τριγύρω. Η σκηνή, η «ορχήστρα» και ο χώρος θέασης (δυστυχώς στο μεγαλύτερο μέρος του με επίπεδη διάταξη καθισμάτων και αντίστοιχα προβληματική οπτική επαφή με τη σκηνή) μοιάζουν λιλιπούτειοι, συμπιεσμένοι και αδύναμοι και τελικά χάνονται κάτω από «το βάρος» των γύρω κτιριακών και κατασκευαστικών όγκων (στάδιο, βοηθητικές υποδομές, περίφραξη).
Το θεατρικό κείμενο και η ερμηνεία του δεν αποτελούν τους μόνους παράγοντες για τη συνολική αίσθηση που αφήνει μία παράσταση στον θεατή. Κυρίαρχος παραμένει ο ρόλος του χώρου της τέλεσης του καλλιτεχνικού συμβάντος, που έρχεται και διεισδύει εντός του όλου. Ακριβώς όπως ένα εξαιρετικό έδεσμα χάνεται μέσα από μία κακή επιλογή σερβιρίσματος. Προς τιμήν τους οι φιλοξενούμενοι καλλιτέχνες δεν διαμαρτύρονται. Ο οικοδεσπότης όμως της τρίτης πόλης, αυτό το θεωρεί επιτυχία;
Αν είχαμε να διαχειριστούμε μόνο τη φτώχεια -όπως η δημοτική αρχή συνεχώς διατείνεται- τότε θα ακούγαμε έναν μεστό δημόσιο λόγο με όραμα και ολοκληρωμένο σχέδιο. Εδώ όμως περισσεύει ο «θυμός», η διαμαρτυρία και η επίρριψη ευθυνών αποκλειστικά σε τρίτους, μια γλυκιά καραμέλα πασπαλισμένη με πολλή ανημποριά και μοιρολατρισμό (φαίνεται ότι επιλεκτικά εδώ λησμονείται ο Κώστας Βάρναλης).
Ταυτόχρονα η δημοτική αρχή καταγράφει πολιτιστική πολιτική μέσα από αυτό που προσφέρει στον φτωχό Πατρινό για να ψυχαγωγηθεί. Και αρκείται σε θεάματα μαζικής κουλτούρας μετά συνοδείας σουβλακίου και χρηματοδοτική στήριξη οριζοντίως, δίχως κριτήρια, καλλιτεχνικών δρώμενων πολιτιστικών συλλόγων της περιοχής, κλείνοντάς τους ταυτόχρονα το μάτι για την αυτοδιοικητική κάλπη του 2023. Και αντί να αφυπνίζει τους ανέργους για το δικαίωμα και τις ευκαιρίες για εργασία, περιορίζεται στο χάιδεμα των ήδη εχόντων μία τέτοια θέση, των δημοτικών υπαλλήλων. Η επιβράβευση είναι θεμιτή, το λιβάνισμα κι η κολακεία όμως, όχι. Χρειάζεται πια να διακρίνουμε στην πόλη μας τι είναι λαϊκή (πολιτιστική) πολιτική και τι λαϊκίστικη, τι είναι απλότητα κ.κ. της δημοτικής αρχής και τι προχειρότητα.
Και μιας και πιάσαμε τους θεατρανθρώπους της Αριστεράς, θα κλείσω κι εγώ με ένα απόφθεγμα του Μπέρτολτ Μπρέχτ που στο σπιράλ έχουμε ως πυξίδα: «Επειδή τα πράγματα είναι όπως είναι, τα πράγματα δεν πρόκειται να μείνουν όπως είναι!».
Εύα Αθανασοπούλου
Γραμματέας «σπιράλ»
Μέλος ΔΣ Πολιτιστικού Οργανισμού Δήμου Πατρέων