σπιράλ: Μήπως η Πάτρα θέτει υποψηφιότητα για πρωτεύουσα του tagging;
Άρθρο της Μαριάννας Μπόμπα, μέλους του σπιράλ και υποψήφιας διαμερισματικής συμβούλου – 3ο Διαμέρισμα Πάτρας
Αρχικά οφείλουμε να εξηγήσουμε τι εννοείται με τον όρο tagging, όπου στα ελληνικά μεταφράζεται ως σήμανση. Ως tagging ορίζεται ένας τύπος γκράφιτι, που συνίσταται στην εφαρμογή της υπογραφής του δημιουργού σε διάφορες επιφάνειες, κυρίως σε δημόσιους χώρους και μαζί με κάθε λογής συνθήματα και μουτζούρες αποτελούν πεδίο έκφρασης μιας ομάδας πολιτών οι οποίοι με αυτό τον τρόπο εκδηλώνουν τους κοινωνικούς προβληματισμούς και τις καλλιτεχνικές ανησυχίες τους. Αποτέλεσμα; οι πολίτες της Πάτρας γινόμαστε καθημερινά μάρτυρες μίας συνεχούς και κλιμακούμενης αισθητικής υποβάθμισης του αστικού τοπίου και καταστροφής των μνημείων της πολιτιστικής μας κληρονομιάς. Η πόλη μας, αν και είναι κοσμημένη με έργα τέχνης και ιστορικά κτίρια που αντικατοπτρίζουν το πολιτισμό και τις αξίες που σε προηγούμενες εποχές ανέδειξαν τη Πάτρα σε μία από τις πιο όμορφες και καλαίσθητες πόλης της χώρας, σήμερα παρουσιάζει μια θλιβερή εικόνα ενώ πλέον κοσμείται κατ’ αποκλειστικότητα από μουτζούρες και κάθε λογής συνθήματα που υποβαθμίζουν την αισθητική και τη ποιότητα ζωής των δημοτών.
Τα αίτια; Τα κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα που μαστίζουν τις σύγχρονες κοινωνίες μαζί με την απουσία ουσιαστικής εκπαίδευσης και αισθητικής παιδείας. Βέβαια είναι εύλογο να ισχυριστεί κανείς ότι ο ρόλος της τοπικής αυτοδιοίκησης δεν έχει καμία σχέση με την αντιμετώπιση των κοινωνικών και οικονομικών προβλημάτων της ελληνικής κοινωνίας, ούτε ο δήμος είναι υπεύθυνος για την αποτυχία του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος. Η προστασία όμως των δημόσιων κτιρίων από το μουτζούρωμα και η αποκατάσταση των ζημιών αποτελεί υποχρέωση της δημοτικής αρχής. Το πρόβλημα βέβαια αυτό δεν είναι αισθητό μόνο στο δήμο Πατρέων αλλά σχεδόν σε όλους του δήμους της χώρας, πρόκειται δε για παγκόσμιο φαινόμενο. Η διαφορά μας είναι πως οι υπόλοιποι δήμοι ασχολούνται με το συγκεκριμένο ζήτημα και ψάχνουν να βρουν τρόπους επίλυσης με τα μέσα που διαθέτουν χωρίς να ρίχνουν το μπαλάκι των ευθυνών σε άλλους ή να προάγουν ένα αίσθημα ματαιότητας με τη δικαιολογία ότι τα μνημεία αυτά θα γίνουν πάλι θύματα βανδαλισμού μετά την αποκατάστασή τους ή ακόμα χειρότερα αναλώνονται με το να επιλύσουν προβλήματα που δεν άπτονται των αρμοδιοτήτων του δήμου. Η αντιμετώπιση; Η συνεργασία και υιοθέτηση κάλων πρακτικών προκειμένου να αμβλυνθεί το πρόβλημα καθώς το ζήτημα είναι από τη μία η αποκατάσταση των φθορών που υπέστησαν τα κτίρια ενώ από την άλλη η προστασία προκειμένου να μην επαναληφθούν αντίστοιχα φαινόμενα. Η άμεση αποκατάσταση των βανδαλισμών κυρίως σε ότι αφορά τις μουτζούρες πάνω σε τοίχους, δημόσια κτίρια και γλυπτά της πόλης είναι επιτακτική καθώς η εικόνα της πόλης υποβαθμίζεται καθημερινά αφήνοντας μία αρνητική αίσθηση και στον επισκέπτη αλλά και στους δημότες.
Είναι όμως το πρόβλημα όντως δυσεπίλυτο ή υπάρχουν λύσεις με ελάχιστο ή μηδενικό κόστος με μέσα που ο δήμος ήδη διαθέτει εκτός από το κομμάτι της φύλαξης, είτε ιδιωτικής με δυσβάσταχτο οικονομικό κόστος, είτε δημόσιας εξαιτίας της απουσίας δημοτικής αστυνομίας; Όσο και να ακούγεται περίεργο οι διεθνείς συστάσεις για την αντιμετώπιση των βανδαλισμών προβλέπουν ως ικανοποιητική λύση τον άμεσο καθαρισμό των κατεστραμμένων επιφανειών: «Μην τους αφήνετε να αισθάνονται την ευχαρίστηση να δουν το έργο τους. Καθαρίστε το, το συντομότερο δυνατό». Οπότε οποιαδήποτε δικαιολογία ότι είναι μάταιο να καθαριστούν ή να βάφονται εκ νέου τα κτίρια είναι αβάσιμη. Η δημιουργία μιας υπηρεσίας άμεσης αντιμετώπισης τέτοιου είδους βανδαλισμών εντός των υφιστάμενων δομών του δήμου όπου άμεσα θα καταγράφονται και θα αντιμετωπίζονται οι ζημιές όπως πχ βαψίματα, αποτελεί μία ρεαλιστική αντιμετώπιση μέρους του προβλήματος. Ακόμα όμως πιο αποτελεσματική λύση αποτελεί η χρησιμοποίηση υλικών αντιγκράφιτι όπως μπογιές αντιγκράφιτι οι οποίες ναι μεν έχουν μεγαλύτερο κόστος, αυτό όμως αντισταθμίζεται από το γεγονός ότι ο καθαρισμός γίνεται με νερό και ως εκ τούτου μειώνεται το κόστος αγοράς υλικών για την αποκατάσταση των ζημιών. Σημαντική δε είναι και η ευαισθητοποίηση των πολιτών, κυρίως των νέων, με ενημερωτικές καμπάνιες καθώς το κόστος αποκατάστασης των ζημιών είναι αρκετά μεγάλο και το επωμίζεται στην ουσία ο δημότης καθώς η διαδικασία καθαρισμού όπως αναφέρθηκε παραπάνω με ειδικά υλικά ή ακόμα και με απλά χρώματα επιφέρει κάποιο κόστος.
Επομένως η μείωση της αισθητικής ρύπανσης δεν αποτελεί πρόβλημα άλυτο. Χρειάζεται όμως μία δημοτική αρχή η οποία να το θέσει σε προτεραιότητα.
Για το σπιράλ η βελτίωση της εικόνας της πόλης που ζούμε δίνοντας έμφαση σε απλές πρακτικές που δεν επιβαρύνουν το δημότη και συνδράμουν σε μία καλύτερη καθημερινότητα αποτελεί απόλυτη προτεραιότητα.
Μαριάννα Μπόμπα, υποψήφια διαμερισματική σύμβουλος με το σπιράλ στο 3ο Διαμέρισμα Πάτρας